άρατος

άρατος
I
Όνομα ιστορικών προσώπων.
1. Α. ο Σολεύς (Σόλοι Κιλικίας περ. 315 – Πέλλα περ. 240 π.Χ.). Ποιητής των αλεξανδρινών χρόνων. Σπούδασε στην Αθήνα όπου συνδέθηκε με φιλία με τον στωικό φιλόσοφο Ζήνωνα. Το 276 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αντίγονος Γονατάς τον κάλεσε στην Πέλλα, όπου έγινε ο επίσημος ποιητής της μακεδονικής αυλής. Με εντολή του Αντίγονου ο Ά. έγραψε το διδακτικό έπος Φαινόμενα, ποιητική απόδοση του αστρονομικού συγγράμματος του Ευδόξου του Κνίδιου Φαινόμενα και Διοσημεία. Με το σύγγραμμα αυτό ο Εύδοξος είχε γνωρίσει στους Έλληνες την αιγυπτιακή αστρονομία. Το έργο αποτελείται από 1.154 εξάμετρους στίχους και χωρίζεται σε τρία μέρη: το πρώτο επιγράφεται Καταστέρωσις και αναφέρει τους αστερισμούς και τους μύθους που συνδέονται με αυτούς, το δεύτερο Περί συνανατελλόντων και συνδυόντων (δηλαδή ασχολείται με τις «συνανατολές και αντικαταδύσεις» των άστρων) και το τρίτο Διοσημεία Προγνώσεις, στο οποίο εξετάζονται οι μεταβολές των ανέμων και τα αποτελέσματά τους. Το αστρονομικό αυτό έπος γνώρισε μεγάλη επιτυχία όχι μόνο στην εποχή του αλλά και κατά τους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους. Στα λατινικά το μετέφρασε εκτός των άλλων και ο Κικέρων. Πλήθος λόγιοι και επιστήμονες ασχολήθηκαν με την ερμηνεία και τον υπομνηματισμό του, και υπήρξε το μόνο ελληνικό ποιητικό έργο που έμεινε ζωντανό κατά τον Μεσαίωνα στη Δύση. Η πρώτη τυπωμένη έκδοση των Φαινομένων έγινε το 1499 από τον Άλδο Μανούτιο στη Βενετία. Εκτός από το έργο αυτό, o Ά. έγραψε πάμπολλα συγγράμματα, ύμνους, ελεγείες, επιγράμματα και μια συλλογή ποιημάτων με τίτλο Τα κατά λεπτόν που δεν διασώθηκαν.
2. Πολιτικός και στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας (Σικυώνα 276 π.Χ. – Αίγιο 213 π.Χ.). Όταν ήταν επτά ετών, ο πατέρας του Κλεινίας, άρχοντας της Σικυώνας, δολοφονήθηκε από τον Αβαντίδα, ο οποίος έγινε τύραννος· τον Ά. τον πήγαν τότε στο Άργος όπου και μεγάλωσε. Ως αρχηγός των δημοκρατικών πολιτικών φυγάδων της πατρίδας του, ελευθέρωσε τη Σικυώνα από την τυραννίδα (251 π.Χ.) και την οδήγησε ως ισότιμο μέλος στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, στην οποία εκλεγόταν στρατηγός για τριάντα χρόνια περίπου (245-213 π.Χ.).
Έζησε σε περιόδους αδιάκοπων πολεμικών συγκρούσεων και βρέθηκε αντιμέτωπος με άλλες μεγάλες προσωπικότητες της ελληνικής ιστορίας, όπως ο Κλεομένης Γ’ της Σπάρτης, ο Αντίγονος και ο Φίλιππος E’, βασιλιάδες της Μακεδονίας. Στα χρόνια του η Αχαϊκή Συμπολιτεία απέκτησε μεγάλη δύναμη. Υποχρεώθηκε να συμμαχήσει με τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο E’, επειδή τον φόβισε η ξαφνική άνοδος της Σπάρτης. Σύμφωνα με μία εκδοχή, δηλητηριάστηκε με διαταγή του Φιλίππου Ε’ από τον στρατηγό του βασιλιά Ταυρίωνα.
3. O Σικυώνιος (νεότερος). Γιος του Α. (βλ. 2), στρατηγός των Αχαιών, που κληρονόμησε τις αρετές του πατέρα του και αντιτάχθηκε στην αξίωση των Μακεδόνων να υποδουλώσουν την Πελοπόννησο.
4. Α. ο Σικυώνιος (νεότατος). Εγγονός του Α. του πρεσβύτερου, πρεσβευτής των Αχαιών στους Μακεδόνες και τους Ρωμαίους.
II
Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 1.124 κάτ.) στην πρώην επαρχία Σαπών του νομού Ροδόπης. Βρίσκεται στην πεδιάδα των Σαπών, ΝΑ της Κομοτηνής, στην εθνική οδό Κομοτηνής-Αλεξανδρούπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φιλλύρας.
* * *
-η, -ο
αόρατος, άφαντος («ἔγιν' ἄρατος» — πήρε δρόμο).
[ΕΤΥΜΟΛ. < (προστ.) άρατε τού (αρχ. ρ.) αίρω, από την εκκλ. φρ. άρατε πύλας ή άρατος < αόρατος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ἄρατος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αρατός — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Α. ο Σολεύς (Σόλοι Κιλικίας περ. 315 – Πέλλα περ. 240 π.Χ.). Ποιητής των αλεξανδρινών χρόνων. Σπούδασε στην Αθήνα όπου συνδέθηκε με φιλία με τον στωικό φιλόσοφο Ζήνωνα. Το 276 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας… …   Dictionary of Greek

  • Άρατος — Sp Ãratas Ap Άρατος/Aratos L ŠR Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • άρατος — η, ο αυτός που εξαφανίστηκε, άφαντος: Σε μια στιγμή έγινε άρατος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀρατός — ἀρᾱτός , ἀρατός prayed against masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρητόν — ἀρατός prayed against masc/fem acc sg (ionic) ἀρατός prayed against neut nom/voc/acc sg (ionic) ἀρητός prayed against masc acc sg ἀρητός prayed against neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀράτω — Ἄρατος masc nom/voc/acc dual Ἄρατος masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρητοί — ἀρατός prayed against masc/fem nom/voc pl (ionic) ἀρητός prayed against masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρητέ — ἀρατός prayed against masc/fem voc sg (ionic) ἀρητός prayed against masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρητῶς — ἀρατός prayed against adverbial (ionic) ἀρητός prayed against adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”